Griechisch | Deutsch |
---|---|
Noch keine Beispielsätze. |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Deutsche Synonyme |
---|
eng |
σφιχτός -ή -ό [sfixtós] : I1α.που σφίγγει κπ. ή κτ., που τον περιβάλλει με πίεση και με δύναμη: Σφιχτό αγκάλιασμα. || που εφαρμόζει τόσο πολύ στο σώμα, ώστε να το πιέζει και να το εμποδίζει να κινείται ελεύθερα: H φούστα είναι πολύ σφιχτή στη μέση. Tο πουκάμισο είναι σφιχτό στο λαιμό. β. για κτ. που το έχουν σφίξει πολύ, ώστε να μη λύνεται, να μην αποσυνδέεται ή να μη μετακινείται εύκολα: Ο κόμπος είναι πολύ σφιχτός -ή -ό. H πόρτα είναι σφιχτή και δεν ανοίγει εύκολα. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.